Όταν ακούς πολλά περί αριστείας, ψάξε για τον κατάλληλο κυβερνητικό βουλευτή. Αυτό είναι το πρόδηλο συμπέρασμα από την τροπολογία περί αντικατάστασης των διευθυντών εκπαίδευσης.
Η επιλογή των νέων (και προσωρινών) διευθυντών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα γίνει από συμβούλιο που συγκρότησε σύμφωνα με τα γούστα της η Υπουργός Παιδείας. Χωρίς να ρωτήσει κανέναν και χωρίς να εξηγήσει τίποτα. Στη συνέχεια βάπτισε το συμβούλιο αυτό «αμερόληπτο και αξιόπιστο», το απάλλαξε από κάθε εμπόδιο «αξιοκρατίας» εξοβελίζοντας μοριοδότηση, πτυχία, πιστοποιήσεις και λοιπές πολυτέλειες (αυτά είναι για τις προσλήψεις αναπληρωτών) και κάλεσε τους υποψήφιους να καταθέσουν αιτήσεις μέχρι τις 6 Αυγούστου. Με την καινούρια σχολική χρονιά οι αρεστοί της Υπουργού θα διευθύνουν τις διευθύνσεις εκπαίδευσης και τα λογύδρια περί αριστείας θα γίνουν και πάλι απλά όπλα αποκλεισμού από τη δημόσια (και μόνο) εκπαίδευση στηρίζοντας μέτρα όπως η βάση του 10, η τράπεζα θεμάτων κ.λπ.
Καμία έκπληξη, θα πουν οι κυνικοί, και θα προσθέσουν ότι αυτό γινόταν πάντα. Δεν είναι όμως έτσι. Οι προηγούμενοι διευθυντές εκπαίδευσης εκλέχθηκαν από τους διευθυντές σχολικών μονάδων και ο απολογισμός εκείνης της μεθόδου μένει να γίνει. Ακόμα όμως κι αν ήταν έτσι, υπάρχει κάτι που δεν πρέπει να μένει στο απυρόβλητο: η υποκρισία, η διπλή γλώσσα του Υπουργείου, η πολιτική ως ψέμα και κοροϊδία. Δικαιούμαστε και διεκδικούμε μια διαφορετική πολιτική. Μια πολιτική που θα λέει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Μια πολιτική που θα λέει το όραμα όραμα, το στόχο στόχο, τον συμβιβασμό συμβιβασμό και την αποτυχία αποτυχία. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αναμετρηθούμε με την εποχή μας.
Πέρα όμως από το γενικότερο ζήτημα, υπάρχει και το θέμα των επιδιώξεων του Υπουργείου. Γιατί εκτίθεται τόσο χονδροειδώς; Γιατί εγκατέλειψε άρον άρον την πρόσφατη απόφαση του να παρατείνει τη θητεία των παλιών διευθυντών εκπαίδευσης, μέχρι να ετοιμάσει και να εφαρμόσει ένα νέο σύστημα επιλογής στελεχών; Είναι μόνο η ενδοτικότητα στις πιέσεις των πιο φιλόδοξων από τους καριερίστες του κομματικού μηχανισμού; Μάλλον όχι. Αλλιώς δεν θα έκοβε στα μέτρα του και τη σύνθεση των ΠΥΣΠΕ με την αντικατάσταση των δύο μη αιρετών μελών τους.
Η σχολική χρονιά που έρχεται μάλλον θα είναι δύσκολη. Μαζί της φέρνει την αναστάτωση της σχολικής καθημερινότητας από την πανδημία, την απουσία κάθε προετοιμασίας για την αντιμετώπιση του δεύτερου γύρου της (π.χ. ηλεκτρονικές συσκευές σε μαθητές και εκπαιδευτικούς ή αναμόρφωση αναλυτικού προγράμματος λαμβάνοντας υπόψη του τις απώλειες της άνοιξης), την φιλοδοξία του Υπουργείου να εφαρμόσει τις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές του (π.χ. αξιολόγηση) και τέλος τις άγνωστες προς το παρόν οικονομικές συνέπειες για τους μισθωτούς (και τους εκπαιδευτικούς) από τη συνάντηση της πανδημίας με την νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Μπροστά σ’ αυτή τη χρονιά το Υπουργείο μάλλον επιδιώκει τα διοικητικά του στελέχη να είναι και φανατικοί υποστηρικτές της όποιας πολιτικής του απόφασης. Με άλλα λόγια η Υπουργός μάλλον αναζητά στηρίγματα και όχι διοικητικά στελέχη, γι’ αυτό και αδιαφορεί επιδεικτικά για τους τύπους.
Πέρα όμως από το Υπουργείο, για τη δύσκολη χρονιά που μας περιμένει πρέπει να προετοιμαστούμε κι εμείς οι εκπαιδευτικοί. Η συσπείρωση στα σωματεία μας θα είναι αποφασιστικής σημασίας. Η συμβολή όλων μας στη συλλογική προσπάθεια να κρατήσουμε όρθιο το δημόσιο σχολείο και να προασπίσουμε τόσο τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών όσο και τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα των εκπαιδευτικών θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις. Η μάχη ενάντια στις κάμερες στην τάξη ήταν μονάχα ένας πρόλογος.
Σε κάθε βέβαια περίπτωση η τύχη μας δεν θα είναι ξεκομμένη από την τύχη όλων των εργαζόμενων, των ανέργων, των φτωχών. Στο τέλος και αυτής της περιπέτειας μαζί τους θα μοιραστούμε κέρδη και απώλειες. Οι αγώνες τους είναι και δικοί μας.