Με πρόσφατες εξαγγελίες τους τόσο ο πρωθυπουργός όσο και η Υπουργός Παιδείας ανακοίνωσαν ότι, στο πλαίσιο των «προσπαθειών τους» για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας προτίθενται να επεκτείνουν το ωράριο λειτουργίας των παιδικών σταθμών, νηπιαγωγείων και Δημοτικών Σχολείων ως τις 18:00 (δήλωση Κυρ. Μητσοτάκη), ενώ η Υπουργός Παιδείας εξήγγειλε την παράταση λειτουργίας των Ολοήμερων τμημάτων του 50% των σχολικών μονάδων της Π. Ε. στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας ως τις 17:30 από το προσεχές σχολικό έτος.
Οι δηλώσεις-εξαγγελίες Μητσοτάκη-Κεραμέως για επέκταση ολοήμερου δεν είναι πρωτοπορία. Τόσο η Γιαννάκου όσο και η Διαμαντοπούλου είχαν εισάγει τη λογική επέκτασης του. Η επέκταση του ωραρίου των ολοήμερων μεθοδεύεται εδώ και καιρό από την τωρινή κυβέρνηση. Αρχικά η Κεραμέως έδωσε το πράσινο φως για τη λειτουργία των ΚΔΑΠ (Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης) μέσα στις σχολικές μονάδες μετά τη λήξη του σχολικού προγράμματος.
Οι εξαγγελίες αυτές μόνο οργή και αγανάκτηση προκαλούν στην εκπαιδευτική κοινότητα και στην ελληνική κοινωνία, διότι δεν προσφέρουν τίποτα ουσιαστικό και δεν αντιμετωπίζουν, σε καμία περίπτωση, το έντονο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.
Αν η κυβέρνηση ήθελε να αντιμετωπίσει ουσιαστικά και ριζικά το πρόβλημα της υπογεννητικότητας όφειλε: α) να εξασφαλίσει σταθερή και μόνιμη εργασία με αξιοπρεπείς μισθούς και εργασιακά δικαιώματα για τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι πλήττονται από την ανεργία και τους αντεργατικούς νόμους που υιοθετεί και εφαρμόζει και β) να θεσμοθετήσει ένα πλαίσιο αυξημένων δικαιωμάτων προστασίας των νέων εργαζόμενων που αποκτούν παιδιά (προστασία της μητρότητας και πατρότητας από τις απολύσεις, άδειες στις/στους εργαζόμενους επί πληρωμή για την ανατροφή των παιδιών τους, επιδόματα ανατροφής για τα παιδιά που γεννιούνται στη χώρα μας κ.λπ.).
Στην πραγματικότητα η Κυβέρνηση προσπαθεί να εξωραΐσει το αντιλαϊκό και αντεργατικό της πρόσωπο και τις καταστροφικές για τους εργαζόμενους πολιτικές της, «τάζοντας λαγούς με πετραχήλια», εμπαίζοντας την ελληνική κοινωνία για την εφαρμογή δήθεν κοινωνικών πολιτικών με αφορμή το δημογραφικό πρόβλημα.
Από τη σκοπιά της παιδαγωγικής επιστήμης είναι απαράδεκτο και προβληματικό ένα παιδί σχολικής ηλικίας ή προσχολικής ηλικίας να παραμένει στο σχολείο – όπως εξαγγέλλεται- για περισσότερες από δέκα ώρες (07:00 π.μ. ως 17:30 μ.μ.) και μάλιστα σε σχολεία και νηπιαγωγεία που δεν διαθέτουν την υποδομή για να φιλοξενήσουν με όρους αξιοπρέπειας παιδιά αυτής της ηλικίας. Οι οικογένειες χρειάζονται στήριξη. Όμως, αυτή η στήριξη δεν μπορεί να έχει τη μορφή ιδρυματοποίησης των παιδιών. Κανένα παιδαγωγικό πρόγραμμα δεν μπορεί να αναπληρώσει αυτό που, πάνω από όλα, χρειάζονται τα παιδιά, ιδίως στα πρώτα τους χρόνια: έναν βαθύ συναισθηματικό δεσμό με ορισμένα σταθερά πρόσωπα, μια ουσιαστική σύνδεση με τους γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, συγγενείς. Ένα παιδί που πηγαίνει στο νηπιαγωγείο ή στο δημοτικό σχολείο δεν μπορεί να περνά όλη του την ημέρα σε μια αίθουσα ή ένα τσιμεντένιο προαύλιο. Ένα παιδί με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και ιδιαίτερες κοινωνικές-συναισθηματικές ανάγκες δε βοηθιέται. Αντίθετα διαλύεται, αποδιοργανώνεται, κουράζεται, αντιδρά.
Οι εικόνες των μαθητών μας που σιτίζονται πάνω στα ίδια θρανία που το πρωί κάνουν μάθημα κουβαλώντας το κατσαρολάκι (θερμομπώλ) με το φαγητό από το σπίτι τους, χωρίς μόνιμο και επαρκές προσωπικό καθαριότητας, χωρίς ζεστό φαγητό, χωρίς τραπεζαρίες και τραπεζοκόμους, σε σχολεία και νηπιαγωγεία χωρίς τους απαραίτητους εκπαιδευτικούς, χωρίς υποστηρικτικό προσωπικό (νοσηλευτές/νοσηλεύτριες, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κ.λπ.), χωρίς κατάλληλα και σύγχρονα κτήρια και υποδομές φτάνουν για ν’ ανατρέψουν πλήρως την ψευδή και κατασκευασμένη εικόνα που επιχειρεί να δημιουργήσει η κυβέρνησης.
Το ψεύδος των εξαγγελιών του Πρωθυπουργού και της Υπουργού Παιδείας συμπληρώνεται αν αναλογιστεί κανείς ότι το νομοθετικό πλαίσιο των νόμων 4692/2020 και 4823/2021 υπάρχει και προβλέπει την εμπλοκή των Δήμων και των γονέων στη δημιουργία Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης (Κ. Δ. ΑΠ.) εντός των Δημοσίων Σχολείων και ως επέκταση της λειτουργίας τους με ανταποδοτικά τέλη για τους γονείς τους, οδηγώντας έτσι στην ιδιωτικοποίηση – εμπορευματοποίηση ενός κομματιού του Δημόσιου Σχολείου.
Η κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ προκειμένου να εξασφαλίσουν την κερδοφορία των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου παραγράφουν κάθε είδους εργασιακό και μορφωτικό δικαίωμα των εργαζόμενων και των παιδιών τους, διαστρέφουν ακόμα και το περιεχόμενο και τις βασικές αρχές της παιδαγωγικής επιστήμης μετατρέποντας τους μαθητές μας σε βαριά εργαζόμενους πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, προετοιμάζοντας τους για την ζούγκλα της 12ωρης εργασίας, όταν ενηλικιωθούν.
Καλούμε το γονεϊκό κίνημα και τους συλλογικούς του φορείς από κοινού με τους εκπαιδευτικούς να αντιδράσουν στην εφαρμογή των εξαγγελιών αυτών της κυβέρνησης.
Καλούμε το Δ. Σ. της Δ. Ο. Ε. να αντιδράσει και να επιληφθεί άμεσα του θέματος αυτού στη βάση των αποφάσεων και των διεκδικήσεων του κλάδου για το σχολείο και το νηπιαγωγείο που οραματιζόμαστε και διεκδικούμε στον αντίποδα των απαράδεκτων κυβερνητικών εξαγγελιών.
ΑΠΟ ΤΟ Δ.Σ.